Τετάρτη 24 Μαΐου 2017

Πάολο Βερονέζε (1528 – 1588)

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια παλιότερη δημοσίευση.
Ο Πάολο Βερονέζε (1528 – 1588) ήταν φημισμένος Ιταλός ζωγράφος της Αναγέννησης στην Βενετία γνωστός για τους πίνακές του Ο Γάμος στην Κανά (σήμερα στο Λούβρο) και Το Δείπνο στου Λευί (Μουσείο της Ακαδημίας, Βενετία). Yιοθέτησε το όνομα Πάολο Κάλιαρι (Paolo Cagliari ή Paolo Caliari),[1] και έγινε γνωστός με το όνομα Βερονέζε (Veronese) εξαιτίας της καταγωγής του από την πόλη της Βερόνας.
Ο Βερονέζε, ο Τιτσιάνο (Titian) και ο Τιντορέττο (Tintoretto) αποτελούν τους κυριότερους εκπροσώπους της Βενετικής Σχολής στη «Χρυσή εποχή» της Βενετίας στο τέλος της Αναγέννησης (16ος αιώνας). Ο Βερονέζε είναι γνωστός για τις ικανότητά του να χρησιμοποιεί με μαεστρία λαμπρούς χρωματικούς τόνους και για τις πλούσιες διακοσμήσεις τόσο των τοιχογραφιών όσο και των πινάκων που φιλοτέχνησε. Τα πιο διάσημα έργα του είναι περίτεχνες απεικονίσεις σκηνών που χαρακτηρίζονται από έναν πομπώδη χρωματικά, δραματικό, και σχεδόν τελετουργικό, χαρακτήρα, με πολλά αρχιτεκτονικά στοιχεία και πλούσιο διάκοσμο. Οι μεγάλοι του πίνακες βιβλικών σκηνών που εκτελέστηκαν για να διακοσμήσουν τις τραπεζαρίες μοναστηριών στην Βερόνα και στη Βενετία είναι ιδιαίτερα αξιόλογοι. Το 1572 δικάζεται από το Ιεροδικείο της Ιεράς Εξέτασης, για τον πίνακα Μυστικός Δείπνος, στη μονή των Αγίων Ιωάννη και Παύλου. Ο Βερονέζε υποστήριξε ότι οι ζωγράφοι πρέπει να «απολαμβάνουν την ελευθερία που απολαμβάνουν οι ποιητές και οι τρελοί», χωρίς όμως ποτέ να εισακουστεί. Η μετονομασία του τίτλου σε «Δείπνο στο σπίτι του Λευί», σύμφωνα με ένα απόσπασμα από το Κατά Λουκά Ευαγγέλιο, διέσωσε ένα σημαντικό έργο, σήμερα στην Ακαδημία της Βενετίας.
Παιδική ηλικία

Το αρχείο απογραφών της Βερόνας δείχνει ότι ο Βερονέζε γεννήθηκε το 1528, γιος ενός σμιλευτή του Γκαμπριέλε (Gabriele) και της συζύγου του Κατερίνας. Στην ηλικία των 14 χρονών, ο Βερονέζε μαθήτευσε στον ντόπιο καλλιτέχνη Αντόνιο Μπαντίλε (Antonio Badile), και ίσως με τον Τζιοβάννι Φραντσέσκο Καρότο (Giovanni Francesco Caroto). Τμήματα ενός πίνακα του Μπαντίλε το 1543, εικάζεται από ειδικούς ότι αποτελούν έργο του μαθητευόμενου ζωγράφου. Το ταλέντο του Βερονέζε πολύ γρήγορα ξεπέρασε αυτό των δασκάλων του και του εργαστηρίου στο οποίο δούλευε και το 1544 δεν εργαζόταν πλέον με τον Μπαντίλε
Βενετία

Μετά τη Βερόνα εργάστηκε για ένα μικρό χρονικό διάστημα στη Μάντοβα το 1958, στην υπηρεσία του Καρδινάλιου Έρκολε Γκονζάγκα, όπου ζωγράφισε τοιχογραφίες του καθεδρικού ναού της πόλης Αγίου Αντωνίου, πριν εγκατασταθεί τελικά στην Βενετία. Η πρώτη του παραγγελία ήταν η Ιερή Συνομιλία (Sacra Conversazione) από την εκκλησία του Σαν Φραντσέσκο ντέλλα Βίνια (San Francesco della Vigna) 1552. Το 1533 έλαβε την πρώτη δημόσια παραγγελία για την αίθουσα του Συμβουλίου των Δέκα Sala dei Cosiglio dei Dieci και άλλες αίθουσες όπως η Sala dei Tre Capi del Consiglio, του παλατιού των Δόγηδων. Στη συνέχεια ζωγράφισε την Ιστορία της Εσθήρ στην οροφή της εκκλησίας του Σαν Σεμπαστιάνο (San Sebastiano). Ήταν οι τοιχογραφίες αυτές στην εκκλησία του Σαν Σεμπαστιάνο, στο παλάτι των Δόγηδων και στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη που τον καθιέρωσαν σαν έναν από τους μεγαλύτερους ζωγράφους της Βενετίας και της εποχής του [5]. Ήδη τα έργα του επιδεικνύουν μια αξιοθαύμαστη δεξιοτεχνία που συνδυάζει τόσο την προοπτική απεικόνισης που πρωτοχρησιμοποίησε ο Κορέτζιο (Correggio) και τον ηρωισμό που χαρακτηρίζει το έργο του Μικελάντζελο (Michelangelo)[6].Το 1566 του ανατέθηκε να ζωγραφίσει την πρώτη από τις μνημειώδεις σκηνές γευμάτων του, το Δείπνο στου Σίμωνα, το οποίο ολοκληρώθηκε το 1570. Ωστόσο, εξαιτίας της αποσπασματικής της σύνθεσης και έλλειψης εστίασης δεν θεωρείται η πιο επιτυχημένη τοιχογραφία που επιμελήθηκε προσωπικά[7].
Η έπαυλη Μπάρμπαρο

Στα τέλη του 1550, ο Βερονέζε διέκοψε την εργασία του στο Σαν Σεμπαστιάνο και ανέλαβε τη διακόσμηση της έπαυλης Μπάρμπαρο στο Μασέρ της Ιταλίας, ενός πρόσφατα ολοκληρωμένου κτιρίου που σχεδίασε ο διάσημος αναγεννησιακός αρχιτέκτονας Αντρέα Παλλάντιο (Andrea Palladio). Οι τοιχογραφίες σχεδιάστηκαν έτσι ώστε να συνδυάσουν την ουμανιστική τέχνη με την Χριστιανική πνευματικότητα. Οι τοιχογραφίες περιελάμβαναν απεικονίσεις της οικογένειας Μπάρμπαρο ενώ οι οροφές του κτιρίου διακοσμήθηκαν με μπλε ουρανούς και μυθολογικές φιγούρες. Ο Βερονέζε διακόσμησε την έπαυλη Μπάρμπαρο με έναν πληθωρικό οίστρο, ακτινοβόλα χρώματα και έφτασε σε εξαίρετα ευρήματα προοπτικής απόδοσης [8]. Η συνάντηση αυτή του καλλιτέχνη Βερονέζε και του αρχιτέκτονα Παλλάντιο ήταν ένας αισθητικός θρίαμβος της Αναγέννησης.
Ο Γάμος στην Κανά
Ο Γάμος στην Κανά φιλοτεχνήθηκε το 1562-1563 και ήταν παραγγελία για την σχεδιασμένη από τον Παλλάντιο τραπεζαρία του μοναστηριού του Σαν Τζιόρτζιο Ματζιόρε (San Giorgio Maggiore). Όπως σε άλλους πίνακες γευμάτων, η σκηνή καταφέρνει να αποδώσει την εορταστική ζωντάνια και ατμόσφαιρα της κοσμοπολίτικης Βενετίας του 16ου αιώνα. Ο πίνακας ήταν τεράστιος: υπήρχαν πάνω από 100 μορφές, συμπεριλαμβανομένου του Τιτσιάνο, του Τιντορέτο και του ίδιου του Βερονέζε που εκτείνονται σε μία επιφάνεια σχεδόν 10 μέτρων. Στο πρώτο πλάνο του πίνακα υπάρχει ένα διάζωμα με περίτεχνες αχνές φιγούρες και εκατέρωθεν υπάρχουν δύο σκάλες που οδηγούν σε μία εξέδρα περιστοιχισμένη με Ρωμαϊκές κολόνες. Το όλο σύνολο πλαισιώνεται με έναν εκπληκτικό γαλάζιο ουρανό [8].Στον πίνακα Η Οικογένεια του Δαρείου ενώπιον του Αλεξάνδρου (1565-1570) ο Βερονέζε οργανώνει αριστουργηματικά, τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του πίνακα έτσι ώστε ο νοητός τους άξονάς να διατρέχει παράλληλα με το εγκάρσιο επίπεδο της εικόνας, προβάλλοντας έτσι εντυπωσιακά το χαρακτήρα πομπής της σύνθεσης. Η συνθετική ιδιοφυία του καλλιτέχνη έγκειται στο ότι αντιλήφθηκε έγκαιρα σαν καλλιτέχνης τις επιπτώσεις της προοπτικής στα έργα τέχνης, που χωρίς αυτή θα ήταν ανιαρά σε κάποια τραπεζαρία ή σαλόνι ευγενούς, και ότι η αφήγηση ενός πίνακα γίνεται πολύ πιο αντιληπτή και εύγλωττη μέσα από τη χρήση ενός λαμπρού χρωματικού ιδιώματος [10].
Ωστόσο, οι πίνακες αυτοί δεν διακατέχονται από συναίσθημα, είναι πολύ περισσότερο, άρτια οργανωμένες, ζωντανές απεικονίσεις ενός πολύπλοκου θέματος σε ένα οριζόντιο κυρίως άξονα , όπου η διάχυση του φωτός και των χρωμάτων παίζουν τον κύριο ρόλο ενώ το συναίσθημα έχει δευτερεύουσα σημασία, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι οι πίνακες αυτοί δεν δημιουργούν έντονα αισθήματα στο θεατή[11]. Η διαυγής και πολύχρωμη δουλειά του Βερονέζε την περίοδο αυτή ίσως αντανακλά την ευτυχισμένη προσωπική ζωή του καλλιτέχνη που έχοντας παντρευτεί την κόρη του Μπαντίλε, Έλενα το 1565 έχει αποκτήσει 4 γιους και μία κόρη [11].
Το Δείπνο στου Λευί

Το 1573 ο Βερονέζε ολοκλήρωσε τον πίνακά του Το Δείπνο στου Λευί που προοριζόταν για την τραπεζαρία της βασιλικής του Σαν Ζανίπολο (San Zanipolo). Αρχικά ο πίνακας είχε ως θέμα τον Μυστικό Δείπνο, που σχεδιάστηκε για να αντικαταστήσει έναν παρόμοιο πίνακα του Τιτσιάνο που καταστράφηκε σε μία πυρκαγιά. Ο πίνακας είχε ύψος 5 μέτρων και πλάτος 12 μέτρων και αποτελεί αναμφισβήτητα τον καλύτερο πίνακα του καλλιτέχνη, με σκηνές δείπνων. Η θεματολογία αυτή τη φορά δεν είχε μόνο τη σκηνή του δείπνου αλλά και άλλα στοιχεία όπως Γερμανούς στρατιώτες, κωμικούς νάνους και μια ποικιλία εξωτικών ζώων [12]. Η χρωματική επιδεξιότητα του Βερονέζε φτάνει στον πίνακα αυτό σε νέα ύψη έντασης και λαμπρότητας και μια νεοαποκτηθείσα επιμέλεια στις ανθρώπινες εκφράσεις και τον εσωτερικό κόσμο των φιγούρων του, σηματοδοτεί μία στροφή του καλλιτέχνη σε ένα πιο προσωπικό και στοχαστικό ύφος [13].
Εκτός από τις τοιχογραφίες και τις διακοσμήσεις οροφών ο Βερονέζε δημιούργησε και πολλούς πίνακες για τη διακόσμηση τέμπλων εκκλησιών (Η Αγιοποίηση του Αγίου Νικολάου, 1561-2, (Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο,[1]), πίνακες με μυθολογικά θέματα (Αφροδίτη και Άρης, 1578, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη, [2]), και πορτραίτα (Πορτραίτο μιας κυρίας, 1555, Λούβρο, Παρίσι). Ένας σημαντικός αριθμός σχεδίων με μολύβι, μελάνη, κιμωλία σε στυλ κιαροσκούρο (chiaroscuro) και ρικόρντι (ricordi), που διασώζονται ακόμα και εκτίθενται σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές.
Ο Βερονέζε ήταν ένας από τους πρώτους καλλιτέχνες που τα έργα του ήταν περιζήτητα από τους συλλέκτες της εποχής του, ενώ ήταν ακόμη εν ζωή [14]. Ο Βερονέζε ηγείτο ενός οικογενειακού εργαστηρίου, συμπεριλαμβανόμενου του αδερφού του Μπενεντέτο Κάλιαρι (Benedetto Caliari), τους γιους του Κάρλο (Carlo Caliari) και Γκαμπριέλε Κάλιαρι (Gabriele Caliari), που παρέμεινε ενεργό μετά το θάνατό του στη Βενετία το 1588. Ανάμεσα στους μαθητές του ήταν οι Τζιοβάννι Μπαττίστα Ζελότι (Giovanni Battista Zelotti), Τζιοβάννι Αντόνιο Φασόλο (Giovanni Antonio Fasolo), Λουίτζι Μπενφάτο (Luigi Benfatto), ο Έλληνας Αντώνιος Βασιλάκης (Antonio Bassilacchi) αλλά και πολλοί άλλο... http://el.wikipedia.org/…/%CE%A0%CE%AC%CE%BF%CE%BB%CE%BF_%C…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις